Δεν φταίνε τα παιδιά.
Οι γονείς τους φταίνε. Με την επιπόλαιη αφέλεια τους.
Οι γονείς και το αρτηριοσκληρωτικό περιβάλλον που μεγάλωσαν.
Και την στιγμή ακριβώς που οι καθηγητές τους, οι γονείς, η κοινωνία, προσπαθεί να τους κάνει ελεύθερους στη σκέψη και στην ψυχή.Τη στιγμή που πασχίζουν να κτίσουν μια καθαρή κρίση , ικανή να τους κάνει να διακρίνουν με σοφία, λεπτές έννοιες και αξίες.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, αυτά τα παιδιά καταθέτουν τη ψυχή, το μυαλό, τη σκέψη, ακόμα και τον εφηβικό τους αυθορμητισμό , στα καθοδηγούμενα καλούπια των κομμάτων. Στις “στρατευμένες” καταθλιπτικές νεολαίες των κομμάτων, που ζούν στη ψευδαίσθηση της αντικειμενικότητας και της ελευθερίας της σκέψης και του λόγου. Τυφλωμένοι από τη δικαιολογία οτι τάχατες πολιτικοποιούνται, στην πραγματικότητα κομματικοποιούνται και ευνουχίζονται. Μετατρέπονται σταδιακά σε μικρούς τραμπούκους του κόμματος. Που φωνάζουν και διατυμπανίζουν όπως και όποτε μπορούν , ακατάστατα συνθήματα και σκόρπιες προπαγάνδες.
Το βλέπεις στα ματια τους. Όποτε κάτι βγεί έξω απο τις οδηγίες του κόμματος, αμέσως σαστίζουν. Εκεί που οι συμμαθητές τους νοιώθουν ξαφνικά μια έκρηξη μέσα τους που τους κανει να ξεσπούν σ’ενα σύνθημα. Ή όταν κάτι τους οδηγεί αυθόρμητα σε ενα ομαδικό χειροκρότημα. Αυτοί στέκονται και παρακολουθούν αμήχανα. Προσπαθούν να κρίνουν αλλά δεν τα καταφέρνουν. Φέρνουν στα μυαλό τη γραμμή του κόμματος , έτσι όπως την αποστήθισαν, και αποφασίζουν ανάλογα. Μετά στέκονται με ύφος αποφασιστικό, που δεν καταφέρνει όμως να κρύψει την ημιμάθεια τους, και αρχίζουν να προπαγανδίζουν. Ρίχνουν αποσπασματικά, φράσεις και λέξεις απο το μενού της επιχειρηματολογίας του κόμματος χωρίς να νοιάζονται καθόλου αν αυτά βγάζουν νόημα ή αν πείθουν κανένα. Νοιώθουν καλά απέναντι στο κόμμα οτι τουλάχιστον προσπαθούν και μάχονται με τα δικά τους όπλα. Σαν μικροί κράχτες εκπληρώνουν το αιώνιο ανεκπλήρωτο χρέος προς την παράταξη, επηρεάζοντας συνειδήσεις και επιστρατεύοντας μελλοντικούς ψηφοφόρους , συναγωνιστές.
Οι συμμαθητές τους περνούν απο μπροστά τους ελεύθεροι. Ανώριμοι, επιπόλαιοι, ερωτευμένοι, γελαστοί, ανέμελοι. Έφηβοι. Κάνουν σκασιαρχείο, φλερτάρουν στα σκαλιά, καπνίζουν στις τουαλέτες και ετοιμάζουν σκονάκια για το διαγώνισμα. Τρέχουν στο προαύλιο, πηδούν τα κιγκλιδώματα, κοροϊδεύουν τους καθηγητές τους. Και πάνω απ’όλα ζούν!
Κανείς δεν τους βλέπει πια. Έχουν καταντήσει γραφικοί. Έτσι που κοιτάζουν προσηλωμένοι τον αόρατο εχθρό και επαναλαμβάνουν ακούραστα την ίδια φρασεολογία. Στο λαιμό το μαντήλι σήμα κατατεθέν της παράταξης. Στο ταγάρι το αυτοκόλλητο του κόμματος και μερικά συνθήματα γραμμένα . Και μέσα απ’τα σφιγμένα δόντια μοιάζει σαν να λένε: ποιος με φυλάκισε; ποιος με φυλάκισε ; ποιος με φυλάκισε;