Η Επιλογή του Σωκράτη Σωκράτους για την εκπροσώπηση της Κύπρου στη Μπιενάλε Βενετίας , δείχνει ακόμα μια φορά το σχεδόν ανύπαρκτο πνευματικό επίπεδο του τόπου μας και την ανικανότητα μας ως κοινωνία να εντοπίσουμε την πραγματική ουσία των πραγμάτων. Είναι μια επιβεβαίωση ,επίσης, οτι η ουσία της Τέχνης, του πολιτισμού γενικότερα, δεν μπορεί ακόμα να γίνει αντιληπτή στη χώρα μας , με αποτέλεσμα να βιώνουμε συνεχώς μια πολιτιστική – πνευματική κατρακύλα που μας σπρώχνει όλο και πιο βαθιά.
Μόνη μας έννοια είναι να φαινόμαστε καλλιτεχνικά ενεργοί και ενημερωμένοι , με συμμετοχές σε φεστιβάλ και διοργανώσεις, αγνοώντας πλήρως για το περιεχόμενο της τέχης που παράγουμε και προωθούμε. Ακόμα περισσότερο, όπως στην περίπτωση του Σωκράτη Σωκράτους, ίσως αντιλαμβανόμενοι την πνευματική “μετριότητα” της τέχνης μας, προσπαθούμε να “στηρίξουμε” το έργο με επιμέρους κοινωνικο-πολιτικές θεωρίες και αχρείαστες πληροφορίες. Μετατρέπουμε έτσι το έργο τέχνης σε ένα φερέφωνο πολιτικών ιδεών, σε μια προθήκη ακόμα και κομματικών πολλές φορές συμφερόντων , εντείνοντας έτσι την εύλογη υποψία ότι το έργο χωρίς αυτά δεν μπορεί να σταθεί απο μόνο του.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με το έργο του Σωκράτη Σωκράτους. Μια σειρά απο μέτριες εως και κακές φωτογραφίες που στερούνται κάθε εικαστικής αξίας. Και δεν μιλώ για ακαδημαϊσμό, για να καθησυχάσω τους δήθεν “ανατρεπτικούς”. Μιλώ για καθαρή αισθητική που απουσιάζει, καθιστώντας το έργο εικαστικά ανίκανο και αχρείαστο. Φωτογραφίες επιπόλαιες και “εύκολες”. Περνούν μπροστά από τα μάτια σου αφήνοντας και τον πιο επιεική θεατή αδιάφορο. Κι ας πάψουν πια οι ημιμαθείς λειτουργοί των Πολιτιστικών Υπηρεσιών να μιλούν για πολλαπλές αναγνώσεις του έργου και διαφορετικές οπτικές γωνίες. Προσπαθούν απλά να καλύψουν το τεράστιο “καλλιτεχνικό” κενό που αφήνει πίσω της η επιλογή αυτών των έργων, καθιστώντας τους και αυτούς συνεργούς και συνένοχους στην πνευματική μιζέρια που εξάγουμε στη Βενετία.
Πώς λοιπόν στέκει και επιβιώνει αυτό το έργο. Και το σημαντικότερο, πώς δικαιολογεί την ύπαρξη του. Μα επενδύοντας φυσικά στις πολιτικές γραμμές του Υπουργού της “επαναπροσέγγισης με το ζόρι” και στις γενικότερες γραμμές της κυβέρνησης. Και αφού οι φωτογραφίες δεν καταφέρνουν καλλιτεχνικά να πείσουν κανένα, αναλαμβάνουν πρωτοβουλία το περιεχόμενο και ο τίτλος. Έτσι η φρεγάτα με την Τούρκικη σημαία και τον φοίνικα, μπορεί να είναι μια μετριότατη φωτογραφία, η αντίδραση όμως που προκαλεί η επιλογή της και ο θόρυβος που δημιουργεί το θέμα , δίνουν στον καλλιτέχνη και στις πολιτιστικές υπηρεσίες την ψευδαίσθηση οτι πρόκειται για “πρωτοπόρο” “ανατρεπτικό” έργο που ταράζει τα λιμνάζοντα νερά! Τα πολιτικά καλλιτεχνικά έργα όμως, δεν έχουν καμία ανάγκη απο το περιεχόμενο τους για να υπάρξουν. Ο Ντάβιντ δεν έχει καμία ανάγκη να εξηγήσει ούτε ποιος ήταν ο Μαρά ούτε τι ρόλο έπαιξε ο Ροβεσπιέρος , για να δικαιολογήσει μια πολιτική δολοφονία. Το έργο “στέκει” και από μόνο του. Το θέμα ενός έργου ήταν και θα είναι πάντα η αφορμή για την τέχνη και όχι η δικαιολογία του . Λίγα χρόνια αργότερα ο Ντελακρουά δημιουργεί το πρώτο πολιτικό έργο στην ιστορία της ζωγραφικής χωρίς να μας εξηγεί οτι είναι επανάσταση του Ιουλίου που κατέληξε στην πτώση της μοναρχίας των Βουρβώνων. Απλούστατα γιατί το γεγονός χρησιμοποιήθηκε ως αφορμή για ενα αριστούργημα που εικαστικά όμως πάλι δεν έχει καμία ανάγκη ούτε απο τον τίτλο, ούτε απο το γεγονός. Και τέλος, για να αναφέρω κι ένα παράδειγμα απο το χώρο της φωτογραφίας, δεν προσδίδει καμία καλλιτεχνική σημασία στις φωτογραφίες του Μπρεσόν η πληροφορία οτι βλέπουμε εργάτες στην πρώτη τους πρωτομαγιάτικη εκδρομή όπως δεν μας ενδιαφέρει αν οι άνθρωποι του Walker Evans είναι εργάτες , μετανάστες ή αγρότες.
Θέλω να πω πως το γεγονός οτι η τάδε φωτογραφία είναι απο την πρώτη επίσκεψη του καλλιτέχνη στα κατεχόμενα, ή οτι η άλλη είναι ένα τοπίο στα κατεχόμενα, είναι αχρείαστες ή τουλάχιστον δευτερεύουσες πληροφορίες μπροστά στην εικαστική παρουσία του έργου. Δυστυχώς , όχι μόνο γίνονται οι σημαντικότερες πληροφορίες αλλά μετατρέπονται στον μόνο λόγο ύπαρξης του έργου αφού καλλιτεχνικά η όλη προσπάθεια φαίνεται να έχει αποτύχει. Γιαυτό εξάλλου στους τίτλους επαναλαμβάνεται συνέχεια το ίδιο πράγμα. Κι εκεί που δεν μπορεί να γίνει , αναλαμβάνει η συνέντευξη και το δελτίο τύπου του καλλιτέχνη με τον μύθο της φήμης των φιδιών στα κατεχόμενα να δώσουν λίγη βαρύτητα στο κατά τα άλλα ανύπαρκτο εικαστικά έργο.
Είναι ξεκάθαρο οτι η επιλογή του συγκεκριμένου έργου έγινε με άλλα κριτήρια εκτός απο τα καλλιτεχνικά. Εκείνο που μέτρησε ήταν η υποστήριξη , ακόμα και με αυτό τον τρόπο , του έργου της κυβέρνησης και της εμμονής του “επαναπροσεγγιστικού” μας Υπουργού. Ενα τόσο προφανές ξεπούλημα της τέχνης, που δικαιολογεί κι εκείνους που πάντα πίστευαν οτι τα κριτήρια της επιλογής καλλιτεχνών για τις διάφορες κυπριακές συμμετοχές, δεν ήταν ποτέ καλλιτεχνικά. Είτε γιατί τα “άλλα” κριτήρια είναι πολύ πιο δυνατά, είτε γιατί δεν υπάρχουν τα κατάλληλα άτομα για να διακρίνουν την τέχνη.
Όποιο απο τα δυο και να συμβαίνει, το γεγονός είναι οτι αυτή τη φορά το πρόβλημα παρουσιάστηκε σε όλο του το μεγαλείο. Το συμφεροντολογικό και ερασιτεχνικό σύστημα αξιολόγησης και επιλογής καλλιτεχνών, ο αθεράπευτος κυπριακός υποκειμενισμός στην τέχνη και η ανήθικη εμμονή των κυβερνώντων να επιστρατεύσουν ακόμα και την τέχνη στα πολιτικά τους παιχνίδια , πήρε σχήμα και μορφή. Ονομάστηκε κυπριακή συμμετοχή στην Μπιενάλε Βενετίας 2009. Και κανένας στοίχος του Σεφέρη και κανένας στοίχος του Καβάφη δεν θα μπορέσει να κρύψει την μετριότητα του έργου του Σωκράτη Σωκράτους.
Απο αυτή τη διεύθυνση μπορείτε να δείτε το έργο, τις φωτογραφίες, την συνέντευξη του καλλιτέχνη , βιογραφικό και διάφορες άλλες πληροφορίες http://www.cyprusinvenice.org
Επίσης αυτή είναι η προσωπική ιστοσελίδα του καλλιτέχνη http://www.socratissocratous.com