Πιθανότατα κάποτε να αποκτήσω κι εγώ κάποιο κατοικίδιο. Τον πρώτο καιρό θα το φωνάζω με όλα τα υπαρκτά ονόματα: αυτά που ξέρω πως υπάρχουν, αυτά που θα φανταστώ ότι υπάρχουν, άλλα που θα πιστεύω πως θα έπρεπε να υπάρχουν, αλλά και με όλα τα υπόλοιπα που θα επινοήσω εγώ. Θα μου είναι ακατόρθωτο. Θα μου είναι άκρως αδιανόητο το να καταλήξω σε κάποιο.
Οι φίλοι μου φυσικά θα επιμένουν πως πρέπει οπωσδήποτε το ζώο να έχει ένα όνομα. Από πού κι ως πού ένα ζώο να έχει ένα όνομα; Αφού έχει δύο αυτιά και τέσσερα πόδια, θα επιμένω κι εγώ με το δίκιο μου. Μα στα πολλά καλέσματα, θα καταλάβουμε πως το ζώο είναι κουφό. Από τη μια θα είμαι εγώ, να θριαμεύω αθόρυβα. Όσο πατά η γάτα, να με διαισθάνεται μόνο το ζώο. Από την άλλη, το ξέρω, οι
φίλοι οι οποίοι θα λένε πάλι πως, έστω και κουφό χρειάζεται μια ταυτότητα. Αλλά οι φίλοι μου και τί δεν λεν. Μιλούν πολύ, όλων οι φίλοι μιλούν τόσο πολύ; Μα τόσο πολύ που ξεχνούν κάποτε να αναπνεύσουν.
Γι’ αυτό, εκεί, πάνω στην κόγχη της ανάσας, θα πάρω την εκδίκηση μου. Στο αιχμηρότερο σημείο του μετρήματος. Εκεί που ξεκινούν τα ποιήματα και οι μελωδίες, η ζωή, τα πάντα. Εκεί που περιμένεις με κομμένη την ανάσα το μεγάλο μαέστρο να πει το “πάμε”! – εκπνέοντας – και να κυλήσουν όλα πιο ομαλά. Να σε νανουρίσει ώσπου να ακούγονται μόνο οι βαθιές σου ανάσες. Και πάλι απ’ την αρχή ο κύκλος του αέρα που αναπνέουμε. Κατέληξα. Θα το ανακοινώσω μία φορά μόνο. Το ζώο θα το λένε… (θα πάρω δυνατή βαθιά ανάσα, θα την κρατήσω όσω μπορώ και θα εκπνεύσω υπεράνθρωπα αργά).
Στην εισπνοή το ζώο θα τεντώνεται, αν έχει ουρά θα ανασηκώνεται κι αυτή και κάνοντας ένα βήμα προς τα πίσω, θα καρφώνει το βλέμμα σε κάποιο σημείο στο χώρο. Όσο κρατά η εκπνοή, τόσο χρόνο θα έχει να φτάσει να αρπακτεί ή να αρπάξει το σημείο όπου εστίασε. Κάποιος είπε ότι ένα μικρό ζώο με πρόβλημα ακοής, θα μπορούσε απείρακτο να ζήσει μέσα σ’ ένα τρομπόνι;