Η Κύπρος στο σταυροδρόμι των πολιτισμών.
“Στο σταυροδρόμι των πολιτισμών!” έλεγε η δασκάλα δείχνοντας τον χάρτη κι εγώ έγερνα το κεφάλι μου δεξιά αριστερά μήπως καταφέρω να βρώ επιτέλους αυτό το σταυροδρόμι. “Γιατί δεν λέει καλύτερα στην άκρη αυτής της μεγάλης λίμνης” που είναι και πιο σωστό, σκεφτόμουν; Μετά ξεκινούσε να αραδιάζει ονόματα. Βασιλιάδες, εκστρατείες, αυτοκράτορες, συμφέροντα και αφορμές.
Αιώνες. Πολλοί αιώνες! Μάθαινα έκπληκτος ότι οι χώρες πωλούνται, χαρίζονται, κληρονομούνται. Πέρασε καιρός ώσπου να καταλάβω ότι τα σταυροδρόμια των πολιτισμών είναι τελικά σταυροδρόμια συμφερόντων και να μην σου τύχει να βρεθείς στο δρόμο τους. Έτσι κι αποφασίσουν οι “μεγάλοι” να σε κάνουν “σταυροδρόμι” την έβαψες. Χίλιες φορές σοκάκι και παράδρομος.
Να μην μας πιάσει η κίνηση.
Ο τραγουδιστής δεν προλαβαίνει να τελειώσει το αποχαιρετιστήριο του τραγούδι, ο ομιλητής δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει την κατακλείδα πρότασή του, και οι διάδρομοι γεμίζουν με όρθιους ανθρώπους που σπρώχνονται και σιγοψιθυρίζουν. Πού πηγαίνουν όλοι αυτοί; Γιατί δεν περιμένουν ακόμα πέντε λεπτά να τελειώσει αυτό που βλέπουν; Φεύγουν για να προλάβουν. Να προλάβουν μήν “τους πιάσει η κίνηση”. Δέν είναι τόσο αυτό φυσικά, όσο η ανάγκη να φανούν πιο έξυπνοι και πιο προνοητικοί απο τους υπόλοιπους. Εκείνος που μένει να δεί την παράσταση ώς το τέλος, εκείνος που θέλει να δεί και την τελευταία σκηνή του έργου, θεωρείται ούτε λίγο ούτε πολύ, ανόητος. Επειδή όμως οι “έξυπνοι” είναι τόσοι πολλοί, στο τέλος τους “πιάνει” όλους η κίνηση.
Όλοι κάνουν τη ζωή τους με δάνειο.
Κάνεις τη σούμα, τα μετράς ξανά και ξανά. Τίποτα. Ο λογαριασμός δεν βγαίνει με καμία μαθηματική πράξη. Το όνειρο θα μείνει μάλλον να περιμένει. Κι αφού το σενάριο της κληρονομιάς κάποιου πάμπλουτου θείου απο την Αμερική έχει εκ των πραγμάτων αποκλειστεί, εναποθέτεις και πάλι τις ελπίδες σου στην τύχη. Ανανεώνεις κάθε εβδομάδα το δικαίωμα στο όνειρο με φτηνές λύσεις τύπου ΛΟΤΤΟ , ΠΡΩΤΟ κλπ. Εκτός και αν….Εκτός και αν ζεις στην Κύπρο! Οι φίλοι και οι συγγενείς σε κοιτάζουν σαν ούφο όταν προβληματίζεσαι. Υπάρχει τρόπος σου λένε. Και μάλιστα πολύ διαδεδομένος στη χώρα μας. Δάνειο, αναφωνούν , και τα μάτια τους λάμπουν από ευτυχία! Δάνειο αγαπητέ μου! Και μετά αρχίζουν τα γνωστά επιχειρήματα για να σε πείσουν. “Δεν υπάρχει κανένας που δεν έχει δάνειο!”, “όλοι φτιάχνουν τη ζωή τους με το δάνειο!” , “στις μέρες μας ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ να κάνεις τίποτα χωρίς δάνειο” και άλλα γνωστά. Υποθηκεύεις λοιπόν ότι έχεις και δεν έχεις, υπογράφεις δεκάδες συμβόλαια, κάνεις και μια ασφάλεια ζωής και αγοράζεις το όνειρο. Μεζονέτες και ρετιρέ, γρασίδια, πισίνες και δωμάτιο υπηρεσίας. Παραθαλάσσια εξοχικά, υπεραυτοκίνητα στο γκαράζ και μια δόση λίγο πιο κάτω από το μηνιαίο εισόδημα ολόκληρης της οικογένειας. Παραδεισένια ζωή στο κατώφλι της καταστροφής. Αν δεν τύχει κανένα απρόοπτο (και γιατί να τύχει στο κάτω-κάτω(!), τα χρέη θα τα ξοφλήσουν (αν τα ξοφλήσουν) τα παιδιά και τα εγγόνια σου.
Κάπως έτσι αποκτά και διπλό νόημα η γνωστή φράση “Εγώ για τα παιδιά μου τα κάνω όλ’αυτά. Για το μέλλον τους(!)”
Αν δεν έχεις μέσο στην Κύπρο, δεν κάνεις τίποτα.
Θυμάμαι πριν μερικά χρόνια, πρωτοδιόριστος ακόμα εγώ, όταν με κάλεσε η Διευθύντρια στο γραφείο της. “Πλησιάζει η περίοδος των μεταθέσεων” μου είπε “ και εγώ δεν θα ήθελα να σε μετακινήσουν. Είχαμε μια πολύ καλή συνεργασία αυτή τη χρονιά και θα ήθελα να σε έχουμε μαζί μας και του χρόνου. Ποια είναι η άποψη σου;”. Εγώ από μέσα μου σκεφτόμουν ότι τελικά όταν κάνεις τη δουλειά σου καλά, όλο και κάποιος θα το προσέξει και θα το εκτιμήσει. “Μα και εγώ θέλω να μείνω!” είπα. “το πρόβλημα όμως είναι ότι είμαι συμβασιούχος και δεν δικαιούμαι να ζητήσω κάτι τέτοιο”. “Αυτό ισχύει θεωρητικά” συνέχισε η αγαπημένη μου Διευθύντρια “εσύ όμως θα πάρεις το μέσο σου τηλέφωνο στο Υπουργείο και θα ζητήσεις να μην σε μετακινήσουν”. “Το ποιό;;;” ρώτησα ξαφνιασμένος. “Το μέσο σου!” επανέλαβε. “Μα δεν έχω μέσο” απάντησα σχεδόν ντροπιασμένος. “Τι εννοείς; Δεν έχεις κάποιο μέσο στο Υπουργείο, κάποιον που να μπορεί να σε κανονίσει, ένα δικό σου άνθρωπο;” “Όχι” απάντησα μονολεκτικά. “Α αυτό είναι πρόβλημα” μου απαντά. “Καλά, πήγαινε και θα δω τι θα κάνω…”
Έφυγα από το γραφείο απογοητευμένος. Δηλαδή όλοι είχαν μέσο εκτός από μένα; Η απάντηση είναι “Μάλλον ναι!”. Έτσι την επόμενη χρονιά μετατέθηκα στην Ευρύχου! Θα περάσουν πολλά χρόνια νομίζω ώσπου να βγει από μέσα μας αυτό το καταραμένο συνήθειο. Αν απέναντι στο μέσο του άλλου εμείς αντιτάσσουμε το δικό μας μέσο, όχι μόνο δεν έχουμε εντοπίσει το πρόβλημα αλλά το διαιωνίζουμε κιόλας. Δεν μπορεί η απάντηση στην κομματοκρατεία (των άλλων πάντα) να είναι το δικό μας κόμμα (για να’μαστε κι επίκαιροι)
Mila kypriaka ! (5 ευρώ το κιλό)
Πάντως ένα πρόβλημα με τη γλώσσα το έχουμε. Κυρίως επειδή δεν έχουμε αντιληφθεί βασικά, στοιχειώδη πράγματα. Πρώτο, δεν έχουμε καταλάβει τη βασική διαφορά μεταξύ γραπτού και προφορικού λόγου. Δεύτερο, δεν έχουμε καταλάβει τη διαφορά μεταξύ γλώσσας και διαλέκτου ή ιδιώματος. Και τρίτο, δεν έχουμε ακόμα αποφασίσει αν η επίσημη γλώσσα της χώρας μας είναι η Ελληνική ή η Αγγλική. Όλο αυτό το κοκτέιλ ημιμάθειας οδηγεί αρκετούς να γράφουν Κυπριακά με greeklish, το οποίο άν αποπειραθείς να το διαβάσεις θα ανακαλύψεις ότι έχει ένα βαθμό δυσκολίας παρόμοιο με εκείνο των Σανσκριτικών! Η Κυπριακή διάλεκτος είναι γεμάτη αρχαίες λέξεις! Αναφωνούν πολλοί νομίζοντας ότι διατυπώνουν μια σπάνια ιδιαιτερότητα. Στην πραγματικότητα, όλες οι γλώσσες και όλες οι διάλεκτοι έχουν λιγότερο ή περισσότερο εμφανείς επηρεασμούς από την αρχαιότητα. Σε όλο τον κόσμο. Μερικοί βάζουν περισσότερο αλατοπίπερο δηλώνοντας ότι στη διάλεκτο μας υπάρχουν Ομηρικές λέξεις! Κάποτε άκουσα και το μαργαριτάρι ότι “Ο Όμηρος μιλούσε Κυπριακά” Αντί να αναμασούμε όλους αυτούς τους μύθους, καλύτερα θα ήταν αν μιλούσαμε σωστά τη διάλεκτο μας και αν γράφαμε σωστά τη γλώσσα μας. Όπως έκαναν για χρόνια οι γονείς και οι παππούδες μας.
Η πολιτική του καλού παιδιού
Νομίζω ότι ο όρος είναι λανθασμένος. Άν θέλουμε πραγματικά να περιγράφει αυτό που εννοούμε τότε θα έπρεπε να λέγεται “Πολιτική του χαζού παιδιού”. Βασικά είναι όλη η δουλοπρέπεια που για αιώνες στοιβάχτηκε μέσα μας και έγινε κύριο συστατικό της ιδιοσυγκρασίας και του χαρακτήρα μας. Και όταν μια μέρα μας είπαν πως δεν ήμαστε πια υπόδουλοι σε ξένους, ήρθαν τα πάνω κάτω. Βιαστήκαμε να γίνουμε αφέντες και αρχόντοι, αλλά μέσα μας μείναμε δούλοι και σκλάβοι. Από ένστικτο επιβίωσης, από φόβο δηλαδή, αυτοευνουχιζόμαστε. Δεν λέμε κάτι μήπως μας θυμώσουν που το είπαμε, δεν ζητούμε κάτι από φόβο μην μας θυμώσουν που το ζητήσαμε κλπ. Θεωρούμε ότι αν ήμαστε όπως μας θέλουν οι άλλοι (οι ξένοι) τότε και αυτοί θα μας αγαπήσουν. Έτσι γινόμαστε(;) αγαπητοί σε όλους, αλλά δεν κερδίζουμε τίποτα επειδή δεν διεκδικούμε τίποτα. Αντίθετα, όλο και πιο πολύ χάνουμε και εκχωρούμε σε άλλους τα δικαιώματα μας. Όλο αυτό φυσικά στο εσωτερικό το ονομάζουμε εξωτερική πολιτική και διπλωματία. Καλός πολιτικός, έφτασε να θεωρείται εκείνος που πιστεύει ότι είμαστε πολύ μικροί για να αντιδράσουμε και όχι εκείνος που οραματίζεται να γίνουμε μεγάλοι. Στην εποχή της ρεαλιστικής πολιτικής και της εποικοδομητικής ασάφειας, αυτοί οι loosers που κληρονομήσαμε για πολιτικούς αρχηγούς, κάνουν χρυσές δουλειές!
Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Avant-Garde