Λοιπόν, δεν ήμουν πάντα έτσι.
Ούτε γεννήθηκα έτσι.
Έγινα.
Απο τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, συνεχώς αλλάζω. Μεταλλάσσομαι.
Τρέχω ξωπίσω από το ένστικτο μου και κρυφακούω τη ψυχή μου.
Μήπως κλέψω καμιά πληροφορία που θα μου δείξει κάποιο δρόμο. Πιο σύντομο, πιο εύκολο.
Τίποτα.
Αγκάθια κι ανηφόρες.Αλλά εγώ συνεχίζω. Δεν κάθισα ούτε μια μέρα στον ίδιο τόπο.
Γι αυτό, δεν μπορώ να διηγούμαι πως “από μικρός έτσι σκέφτομαι” .
Μπορώ μόνο να περιγράφω διαδρομές.
Είναι κουραστικό για τους άλλους. Το ξέρω.
Όμως κάθε βράδυ, τρέχω τη ζωή μου από την αρχή φροντίζοντας να μην ξεχάσω τίποτα. Προσθέτω τα πρόσφατα, συγυρίζω τα παλιά.
Κάθε φορά που με ρωτούν “τι νέα;” σφίγγω τα δόντια, θυμίζω στον εαυτό μου πως η ερώτηση είναι τυπική και πως η καλύτερη απάντηση, υπό τες περιστάσεις, είναι το “ μια χαρά, τα ίδια, εσύ;” Διαφορετικά, αν άνοιγα το στόμα μου να απαντήσω ειλικρινά, ο κόσμος θα μετάνιωνε που ρώτησε.
Και φοβάμαι πως η συνέχεια είναι ακόμα πιο πληκτική.
Επειδή ξέχασα να πώ πως σε όλο αυτό το ταξίδι δεν είμαι μόνος μου. Σέρνω μαζί μου κι άλλους. Ή καλύτερα, τα φαντάσματα άλλων. Συγγραφείς, μουσικοί, ζωγράφοι, σκηνοθέτες και γλύπτες. Στιγμές, τόπους κι αρώματα. Λέξεις που γίνανε σκέψεις και το ανάποδο, γεύσεις, υφές και βλέμματα.
Ένας θίασος μπουλούκι από αποσπάσματα μια κατακερματισμένης ζωής, ιδωμένης μέσα από ένα σπασμένο καλειδοσκόπιο που κάποιος μου έδωσε για κουδουνίστρα.
Οι καλημέρες μου γίνονται γρίφοι, τα ευχαριστώ μου χρησμοί.
Τα σ’αγαπώ μου άναρθροι γλωσσοδέτες.
Έχω που λές και μια ιστοσελίδα και γράφω εκεί ότι μου κατέβει.
Μετά κοιτάζω τις αναγνώσεις και τα σχόλια και χαίρομαι.