Παφίτικο λουκάνικο
Το Παφίτικο λουκάνικο παρασκευάζεται στις κοινότητες της επαρχίας Πάφου από χοιρινό κιμά που “ψήνεται” (ωριμάζει) σε κόκκινο ξηρό κρασί της περιοχής και αποξηραίνεται στον ήλιο.
Ιστορία: Τα λουκάνικα, όπως και τα υπόλοιπα αλλαντικά, αποτελούσαν τη βασικότερη τροφή των αγροτικών οικογενειών. Η απουσία ψυγείων οδήγησε στην εξεύρεση μεθόδων διατήρησης του κρέατος, εξασφαλίζοντας έτσι την ολόχρονη κατανάλωσή του. Σύμφωνα με τον Ξιούτα (2001), “τα αποξηραμμένα λουκάνικα ήταν συνήθεια να καταναλώνονται και ωμά (και είναι όντως εύγεστα) στην Πάφο”.
Μέθοδος παραγωγής: Σε χοντροκομμένο κιμά προστίθεται αλάτι και μετά κόκκινο κρασί μέχρι το κρέας να καλυφθεί. Το κρέας παραμένει καλυμμένο στο κρασί για τουλάχιστον 4 μέρες. Αφαιρείται το κρασί και προστίθενται διάφορα μπαχαρικά. Με το μίγμα γεμίζονται τα ήδη καθαρισμένα χοιρινά έντερα και με κόμπους δημιουργούνται διατάξεις (“σχοινιά”) 3 – 7 λουκάνικων (“τεράτσια”) στο κάθε “σχοινί”. Τα λουκάνικα αποξηραίνονται είτε στον ήλιο, είτε σε ελεγχόμενες συνθήκες.
Γαστρονομία: Μπορεί να καταναλωθεί ψημένο με διάφορους τρόπους (π.χ. τηγανητό ή στα κάρβουνα) και συνοδεύεται από ντομάτα, αγγούρι, ψωμί κ.ά.
Χαρουπόμελο και παστέλι Ανώγυρας
Το χαρουπόμελο είναι το μέλι που παράγεται από τα χαρούπια (“Mαύρος Χρυσός της Κύπρου”). Είναι παχύρευστο με σκούρο κόκκινο χρώμα. Το παστέλι Ανώγυρας είναι γλυκό που παρασκευάζεται από το χαρουπόμελο. Ιστορία: Αναφορές για το χαρουπόμελο υπάρχουν από παλαιοτάτων χρόνων. “Εκ τούτων δε (δηλ. των χαρουπιών) και εξ αυτών έτι των αγρίων εκβάλλουσιν εν τη νήσω το κεράτιον μέλι, κοινώς τερατσόμελον καλούμενο” (Σακελλάριος, 1885).
“Κατασκευάζουν όμως από τον καρπό (του χαρουπιού) ένα ιδιόρρυθμο και πολύ γλυκό σιρόπι, που το ονομάζουν χαρουπόμελο” (Richter, 1913). Το παστέλι αναφέρεται στις Ασσίζες ως φορολογούμενο προϊόν. Η λέξη “παστέλι” είναι γαλλική (pastel) και καθιερώθηκε στα χρόνια των Φράγκων, οι οποίοι και δίδαξαν την τέχνη της παρασκευής του (Κληρίδης, 1961). Κάθε Σεπτέμβρη στην Ανώγυρα διοργανώνεται Φεστιβάλ Παστελιού. Πριν την τουρκική εισβολή του 1974, η περιοχή του Καζάφανι κατείχε τα σκήπτρα στην παρασκευή του παστελιού (Παρίδης, 2006).
Μέθοδος παραγωγής: Τα χαρούπια συλλέγονται, πλένονται και αφού στεγνώσουν, αλέθονται στον μύλο. Αφήνονται να φουσκώσουν σε νερό για 20 περίπου ώρες και μεταφέρονται σε κοφίνια τοποθετημένα σε μια επικλινή τάβλα. Από τα κοφίνια στάζει ο χυμός των χαρουπιών (“σιερεπέττι”) ο οποίος βράζεται σε μεγάλα καζάνια (“χαρτζιά”) με συνεχές ανακάτωμα για περίπου 7 ώρες και γίνεται παχύρευστος. Αυτός ο χυμός αποτελεί το χαρουπόμελο. Συνεχής ανάδευση του χαρουπόμελου για περίπου 4 ώρες δημιουργεί μια μαύρη, άμορφη μάζα. Η πηκτή μάζα αφήνεται να κρυώσει για να μπορεί να πλάθεται με το χέρι. Ποσότητα 1-2 κιλών κόβεται κάθε φορά και τοποθετείται σε ένα ξύλινο παλούκι καρφωμένο στον τοίχο. Τότε, ο παστελάς αρχίζει να τραβά τη μάζα με δεξιοτεχνία (δηλ. την τεντώνει, την κάνει πλεξίδα, την ξανατραβά). Η διαδικασία επαναλαμβάνεται πολλές φορές μέχρις ότου η μάζα αποκτήσει ξανθό, χρυσαφί χρώμα. Αυτό είναι το παστέλι Ανώγυρας.
Γαστρονομία: Το χαρουπόμελο χρησιμοποιείται για την παρασκευή παστελιού καθώς και διαφόρων παραδοσιακών εδεσμάτων, π.χ. “τσερτσιελλούδκια”, ταχίνη με τερατσόμελο. Επίσης, χρησιμοποιείται αλειμμένο στο ψωμί ή αναμειγνύεται με ελαιόλαδο και καταναλώνεται με ζεστό ψωμί. Το παστέλι Ανώγυρας καταναλώνεται από μόνο του ως γλυκό.
Τραχανάς
Ο Τραχανάς είναι ξηρό προϊόν ζύμωσης σιταριού (κονάρι) και ξινισμένου πρόβειου ή / και αιγινού γάλακτος. Παράγεται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Τραχανάς ονομάζεται επίσης η σούπα που ετοιμάζεται βράζοντας το ξηρό αυτό προϊόν σε νερό.
Ιστορία: Σύμφωνα με τον W.W. Weaver, ο Τραχανάς είναι “εθνικό πιάτο της Κύπρου” και συνδέεται άμεσα με την κυπριακή ταυτότητα (2002). Λόγω της άγριας υφής που χαρακτηρίζει τον Τραχανά, η ονομασία πιθανότατα να προέρχεται από τη λέξη “τράχονας” που αποδίδεται σε άγριας υφής σκληρό έδαφος.
Μέθοδος παραγωγής: Γίνεται η οξίνιση του γάλακτος με την προσθήκη ξινισμένου γάλακτος και άλατος (περίπου 7 μέρες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος). Το ξινισμένο γάλα θερμαίνεται για 30-40 λεπτά και στους 95-100°C χαμηλώνεται η φωτιά. Προστίθεται σταδιακά το κονάρι σε αναλογία 1:2 (κονάρι:γάλα). Το μίγμα ανακατεύεται μέχρις ότου δημιουργηθεί μία πολύ πηκτή μάζα. Αφού ψηθεί, το μίγμα αφήνεται να κρυώσει για 12 ώρες τουλάχιστον και, αφού ζυμωθεί, αφήνεται να “ξεκουραστεί” για 2-3 ώρες. Η μάζα κόβεται σε κομμάτια (“κουλουρώνεται”) (ο τρόπος κοψίματος και το τελικό σχήμα ποικίλουν αναλόγως περιοχής). Τα κομμάτια ξηραίνονται στον ήλιο για τουλάχιστον 8 μέρες. Ο Τραχανάς διατηρείται ολόχρονα σε κατάλληλες συνθήκες.
Γαστρονομία: Καταναλώνεται ως σούπα, ειδικά το χειμώνα. Συνήθως ψήνεται σε ζωμό κοτόπουλου και προστίθενται κομμάτια Χαλλουμιού