“Τα βράδια φλερτάρω με τους άδειους τοίχους της πόλης. Δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβετε τι εννοώ αν δεν πάρετε ένα σπρέι στο χέρι και αν δεν αφήσετε μ’αυτό το σημάδι σας πάνω σ’ένα τοίχο”
Κάπως έτσι περιγράφει την εμπειρία του ο David Choe, ένας απο τους διασημότερους και πλουσιότερους γραφιτάδες της εποχής μας. Τα υπόλοιπα θεωρούνται αυτονόητα.
Θα έπρεπε τουλάχιστον. Δυστυχώς δεν είναι. Κι έτσι κι εδώ, όπως σε κάθε μορφή τέχνης, ξεφυτρώνουν σαν ζιζάνια απο παντού οι δήθεν. Εκείνοι δηλαδή που διάβασαν μόνο τις επικεφαλίδες, αγνόησαν τα μικρά γράμματα, είπαν “γουστάρω!”, άρπαξαν ένα σπρέι, και ξεκίνησαν να λερώνουν.
Τυποποιημένα ακρωνύμια παντού. Ακαταλαβίστικα συνθήματα ομάδων, κάποια ξενόφερτα σλόγκαν εναντίον της αστυνομίας και γίναμε όλοι graphic artists! Τόσο εύκολα και τόσο λάθος. Στους δρόμους του υπόλοιπου κόσμου σταματάς μπροστά ακόμα και στο πιο μικρό, στο πιο ταπεινό σχέδιο και κοιτάζεις συγκινημένος. Εικόνες με εικαστική αξία που τίποτα δεν έχουν να ζηλέψουν απο ζωγραφικά έργα άλλων εποχών και άλλων τεχνοτροπιών που σήμερα βρίσκονται στα μουσεία του κόσμου. Δημιουργίες καλλιτεχνών που γνωρίζουν και σέβονται την Τέχνη τους ανεξάρτητα από τα μέσα και τα υλικά που χρησιμοποιούν για να την υλοποιήσουν.
Αυτοί οι άνθρωποι έφτιαξαν προσχέδια, μελέτησαν, δούλεψαν, μόχθησαν. Πειραματίστηκαν και απέτυχαν χιλιάδες φορές. Δοκίμασαν ξανά και ξανά. Περπάτησαν για ολόκληρες νύχτες στους δρόμους της πόλης τους και κοίταξαν προσεχτικά για ώρες, τους υποψήφιους τοίχους τους. Πέρασαν από το συγκεκριμένο σημείο διάφορες ώρες της μέρας παρακολουθώντας σαν μυστικοί πράκτορες τους περαστικούς, τους μελλοντικούς θεατές του έργου τους. Άλλαξαν στα προσχέδια τους γραμματοσειρές, δοκίμασαν παραλλαγές, άλλαξαν χρώματα. Προμηθεύτηκαν τα σπρέι και τις μπογιές τους. Τα χειρουργικά γάντια και τις μάσκες. Σαν πληρωμένοι δολοφόνοι λίγες μέρες πριν το χτύπημα. Τις περισσότερες φορές το έργο πρέπει να τελειώσει μέσα σε μια νύχτα. Κι όποιος ασχολήθηκε με την καλλιτεχνική δημιουργία ξέρει πολύ καλά πως είναι σχεδόν αδύνατο να έχεις αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι γραφιτάδες δημιουργούν παράνομα, ξέροντας πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να συλληφθούν επ’ αυτοφώρο. Αποτυπώνουν το στίγμα τους στον καμβά της πόλης για να τους εκπροσωπεί, παραμένοντας οι ίδιοι στην ανωνυμία. Αφήνουν το έργο τους να ζήσει από μόνο του χωρίς διαφημίσεις και καμπάνιες προώθησης απο ανόητους ημιμαθείς γκαλερίστες. Χωρίς μεσάζοντες και τσιριμόνιες. Το εγκαταλείπουν απο την πρώτη νύχτα στην ζούγκλα των μετροπόλεων γνωρίζοντας πως οι πιθανότητες επιβίωσης είναι ελάχιστες. Την επόμενη μέρα, οι αγανακτισμένοι μαγαζάτορες θα καλύψουν πρόχειρα με μπογιά το αποτύπωμα της ψυχής τους χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα γι αυτό. Οι υπάλληλοι του Δήμου θα περάσουν και θα καθαρίσουν με τα χημικά τους, τους τοίχους, τα λεωφορεία, τα βαγόνια. Η μόνη πιθανότητα επιβίωσης είναι η αισθητική του έργου και η ευστοχία του μηνύματος του. Αν το επόμενο πρωί το σχέδιο αρέσει, αν ο κόσμος νοιώσει πως τον εκφράζει, τότε μένει. Αν καταφέρει να “δέσει” με το τοπίο τότε ο κόσμος το δέχεται. Επιφυλακτικά στην αρχή, μετά το υιοθετεί και το κάνει μέρος της καθημερινότητας της. Μια σιωπηλή σχέση μεταξύ της ανώνυμης κοινωνίας και του ανώνυμου καλλιτέχνη. Είναι τόσο σημαντικό να πιάσεις τον παλμό του κόσμου. Εξάλλου αυτό έκαναν οι καλλιτέχνες πάντα. Ευαίσθητοι και πρωτοπόροι, ανίχνευαν ανέκαθεν τα σημεία της εποχής τους. Καυστικοί, εύστοχοι και “ενοχλητικοί” για την εξουσία.
Μόνο έτσι ομορφαίνουν οι πόλεις. Μόνο έτσι επιβιώνουν οι ελεύθερες ιδέες των πολιτών στο λευκό κελί των “δημοκρατικών” μεγαλουπόλεων. Είναι η απάντηση και το αντιστάθμισμα στην πολτοποίηση των μυαλών μας.
Πρίν λοιπόν πάρεις το σπρέι στα χέρια, επιπόλαιε και τεμπέλη γραφιτά, σκέψου λίγο και προβληματίσου. Να λερώνεις και να καταστρέφεις είναι εύκολο. Να ομορφαίνεις και να δημιουργείς είναι το δύσκολο. Υπηρετείς με τον τρόπο σου ένα έργο κοινωνικό. Δεν ενδιαφέρει κανένα τι ομάδα είσαι ούτε τι σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή. Η μαγκιά είναι ΕΣΥ να ξέρεις τί νοιώθει η κοινωνία σου και μέσα απο την πρόταση σου να το αποτυπώνεις. Οι βρισιές είναι το πιο άστοχο όπλο. Μην γράφεις πάνω σε αγάλματα και σε βιτρίνες. Μην καταστρέφεις ξένη περιουσία. Εκείνο που πρέπει να ενοχλήσει είναι το περιεχόμενο και η ουσία τους έργου σου και όχι η μπογιά του. Το γεγονός ότι το έργο σου πρέπει να φτιαχτεί γρήγορα δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι επιφανειακό και επιπόλαιο. Αντίθετα. Οφείλει να είναι εύστοχο και ψαγμένο. Μελέτησε την ιστορία της Τέχνης σου! Κοίταξε γύρω σου τι φτιάχνουν οι άνθρωποι στους τοίχους των πόλεων του κόσμου. Ζωγράφισε όσο μπορείς. Ευαισθητοποιείσου κοινωνικά και επιστράτευσε την κριτική σου σκέψη. Μην αποχαυνώνεσαι σε καθοδηγούμενα σύνολα συμφερόντων. Στους τοίχους της πόλης δεν εκπροσωπούνται ούτε ομάδες, ούτε παρατάξεις. Κάντε την τέχνη σας μια αισθητική πρόταση με άποψη και μια κριτική στο μουχλιασμένο κατεστημένο της πόλης. Ομορφίστε την ασχήμια μας. Μην συμβάλετε στην αισθητική ρύπανση απλά και μόνο επειδή νοιώθετε αγανακτισμένοι ή εξοργισμένοι. Λερώνοντας του τοίχους μιας λερωμένης κοινωνίας γίνεστε κομμάτι του συστήματος που θέλετε να πολεμήσετε.
Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Avant-Garde