Δεν είμαι πρακτικός τύπος ή αυτό που κάποιοι αποκαλούν “ρεαλιστής”. Για να’μαστε ειλικρινείς, δεν κατάλαβα ποτέ μου εκείνη τη λογική του “δυο και δυο κάνουν τέσσερα”. Ίσως γι’αυτό να με κέρδισε και η τέχνη, ένας χώρος όπου πάντα “ένα και ένα κάνουν τρία”. Ποτέ δεν ένοιωσα αμήχανα με τη μαγεία, τη θρησκεία, τα μεταφυσικά και γενικά με όλα τα μη αποδείξιμα.
Θεωρώ πως όσοι διατηρούν ακόμα εκείνη την δήθεν ανώτερη “επιστημονική” στάση που περιγελά όλα εκείνα που δεν αποδεικνύονται στη ζωή μας, είναι απλά θύματα μιας περασμένης εποχής. Τότε που οι άνθρωποι ένοιωθαν ακόμα θεϊκό δέος για την επιστήμη. Τότε που είχε περισσότερη σημασία να είσαι έξυπνος παρά ευαίσθητος ή δημιουργικός.
Φυσικά τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τα πάνω ήρθαν κάτω, και οι σχεδιασμοί των φίλων μας των πρακτικών και των ρεαλιστών εξανεμίστηκαν μέσα σε μια νύχτα. Τα τραγελαφικά γεγονότα που ακολουθούν είναι απόδειξη πως (ακόμα) δεν βάλαμε μυαλό. Εναποθέτουμε τις ελπίδες διάσωσης μας σ’εκείνους που δεν κατάφεραν να αποφύγουν το ναυάγιο μας. Μ’αρέσει και εκείνο το “τεχνοκράτες” που εμφανίστηκε ξαφνικά και το τσαμπουνάνε όλοι συνέχεια. Οι περισσότεροι το λεν μάλιστα με στόμφο και καμάρι λες και πρόκειται για προτέρημα.
Η χρεοκοπημένη κατρακύλα που ζούμε είναι η τιμωρία μας που χλευάσαμε την ζωγραφική, που ειρωνευτήκαμε την ποίηση, που θεωρήσαμε την Τέχνη ως μια ελαφριά ανέμελη απασχόληση. Κάτι σαν απογευματινό χόμπι. Επενδύσαμε στο μέλλον σπουδάζοντας τα παιδιά μας διοίκηση επιχειρήσεων, νομικά και οικονομικά. Οραματιστήκαμε το μέλλον μας γεμάτο μοσχοπουλημένα ακίνητα, παραφουσκωμένες μετοχές και αξιόγραφα. Πατήσαμε όμως σε σαθρό σανίδι. Γιατί προχωρήσαμε χωρίς να φροντίσουμε πρώτα τις βάσεις στις οποίες πατούσαμε. Αυτά τα καταστροφικά μοντέλα ζωής ήταν απλά θέμα χρόνου να καταρρεύσουν και να καταπλακώσουν ότι χτίσαμε.
Και στα σχολεία μας, που όλο και γέμιζαν αλλοδαπούς, οι κύπριοι μαθητές έπιαναν πάτο στα καλλιτεχνικά. Δεν πειράζει καλέ ! Έλεγαν οι γονείς. Μα ξέρετε δεν μπορεί να γράψει ούτε μια παράγραφο, έλεγε ο Φιλόλογος! Δεν πειράζει επαναλάμβαναν οι γονείς. Είναι καλός στα μαθηματικά και θα γίνει λογιστής! Και τα Ρουμανάκια, τα Φιλιππινεζάκια, τα Ποντιάκια, σχεδίαζαν τον κόσμο τους. Έφτιαχναν όνειρα, ξεδίπλωναν τη φαντασία τους με ένα μολύβι και ένα χαρτί. Ήξεραν να παρατηρούν, να εκφράζονται να δημιουργούν. Βλέπετε αυτοί δεν ήθελαν να γίνουν διευθυντάδες. Ήθελαν απλά να νοιώσουν τη χαρά της δημιουργίας και τη μαγεία της Τέχνης. Τα βράδια οι γονείς τους, φτωχοί εργάτες, τους έλεγαν ιστορίες για τη χώρα τους για την τέχνη τους για τις παραδόσεις τους. Σιγά σιγά άρχισαν να μπαίνουν στις μπάντες και να μαθαίνουν μουσικά όργανα. Έγινα καλοί μαθητές, άριστοι! Έγιναν σημαιοφόροι, πήραν βραβεία και υποτροφίες. Και οι Κύπριοι γονείς απορούν ακόμα τι πήγε λάθος;
Χτίσαμε μια κοινωνία χωρίς Τέχνη! Αυτό είναι το λάθος. Ήμαστε ίσως ο μόνος λαός της Ευρώπης που ακόμα μιλά υποτιμητικά ή ειρωνικά για τους καλλιτέχνες. Ήμαστε ίσως η μοναδική Ευρωπαϊκή κοινωνία που δεν ξέρει τι να κάνει τους καλλιτέχνες. Δεν υπάρχουν θέσεις γι’αυτούς. Ακόμα και από την Εκπαίδευση προσπαθούν να τους εκτοπίσουν. Ήμαστε η πιο α-τεχνη κοινωνία που ξέρω. Ορίστε τι πήγε στραβά. Μάθαμε πως “παίρνω” σημαίνει αγοράζω και “δίνω” σημαίνει πουλώ. Και ξεχάσαμε τι είναι η ανθρωπιά.
“Πάρε τη λέξη μου λεει ο Ανδρεας Εμπειρίκος, δώσε μου το χέρι σου. Μεσα σ’αυτή τη διπλή κίνηση βρίσκεται διατυπωμένη, με τη μεγαλύτερη δυνατή συντομία, η αντίληψη που βγάζει από τον άνθρωπο τον ποιητή. Μια συναλλαγή, επιτέλους εκτός εμπορίου. Δίνεις και παίρνεις, χωρίς ούτε να πουλάς ούτε ν’ αγοράζεις. Αν υπάρχει κάτι που να περνάει από χέρι σε χέρι αυτό είναι η ανθρωπιά.”
Οδυσσέας Ελύτης- Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο