Αυτή η εμμονή να κολλάμε πάντα το στοιχείο της έρευνας σε οτιδήποτε καλλιτεχνικό, είναι νομίζω η απόδειξη ότι το πραγματικό μας πρόβλημα είναι η έλλειψη μέτρου στα πράγματα. Διότι, δε λέω, σίγουρα υπήρξαν καλλιτέχνες που χρησιμοποίησαν την έρευνα ως μέθοδο για τα έργα τους, και φυσικά αρκετά αριστουργήματα της παγκόσμιας Τέχνης είναι αποτέλεσμα μιας ερευνητικής διαδικασίας από πλευράς των δημιουργών τους. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να δικαιολογήσει αυτό που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.
Οι εκθεσιακοί χώροι γίνονται ξαφνικά χώροι τέχνης και έρευνας (!). Οι καλλιτέχνες αντικαθιστούν την καλλιτεχνική δημιουργία με έρευνες που συχνά κρατάνε ολόκληρα χρόνια ενώ στην τελική φάση, εκείνη της έκθεσης δηλαδή, η έρευνα καταλήγει να εκτοπίσει σχεδόν το έργο στο οποίο δίνεται απλώς ένας τυπικός ρόλος κομπάρσου, μόνο για τα προσχήματα. Κάπως έτσι φτάσαμε και στις “διερευνητικές” εκθέσεις (!) και είμαι σίγουρος ότι η ιδιότητα του καλλιτέχνη ερευνητή δεν θα αργήσει να κάνει την εμφάνισή της στις πασαρέλες του κουλτουριάρικου λεξιλογίου.
Ποια ανάγκη του κόσμου της Τέχνης ικανοποιούν αυτές οι απόπειρες να φαίνεται η Τέχνη ως επιστήμη; Γιατί το έργο τέχνης παίρνει σταδιακά το ρόλο του εξώφυλλου στους τόμους ενός ερευνητικού έργου; Τόση έρευνα δεν κατάλαβα ποτέ μου γιατί χρειάζεται; Ούτε μπορώ να καταλάβω πώς η σημαντικότητα ενός έργου τέχνης κατέληξε να εξαρτάται από το εύρος των ερευνών του δημιουργού του. Μοναδική παρηγοριά είναι ευτυχώς η ίδια η Τέχνη και η ιδιότητά της να μην ξεχειλώνει ποτέ. Λες και υπάρχει στην κατασκευή της ένας διακόπτης που κλείνει τις βασικές της λειτουργίες μόλις κάποιος την απομακρύνει από το ουσιαστικό της κέντρο. Σαν μηχανισμός ασφάλειας. Τα υπόλοιπα είναι απλώς …έρευνες.