Έχουμε ταυτίσει την υγεία με τη ζωή και αντίστροφα. Και πώς θα μπορούσαμε φυσικά να κάνουμε αλλιώς. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι και ο γιατρός ταυτίζεται με τον Θεό. Πρόκειται φυσικά για ένα απίθανο και παράλογο συνειρμό, ο οποίος όμως έχω την εντύπωση ότι βρήκε μέρος και ρίζωσε , κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Το χειρότερο δε, είναι ότι αυτή την εντύπωση , πρώτοι οι γιατροί την δημιουργούν και την συντηρούν και μετά ο υπόλοιπος κόσμος.
Το βλέπεις στον τρόπο που κινούνται μέσα στους λαβυρινθικούς διαδρόμους των νοσοκομείων. Από τον τρόπο που κοιτάζουν αδιάφορα τον ασθενή λίγο πριν διατάξουν τους συγγενείς “να περάσετε έξω;” . Από την ανόητη , τάχατες αστεία, ατάκα που ρίχνουν για να νοιώσουν καταβάθος μεγαλόψυχοι και γελούν τελικά μόνο αυτοί και οι “αυλικοί” νοσηλευτές τους. Από τον τρόπο που προσβάλουν και θίγουν, όχι μόνο τον απλό κόσμο αλλά και όλους όσους βρίσκονται πιο χαμηλά απ’αυτούς στην “θεϊκή” ιεραρχία της δημόσιας υγείας. Γιατί η ψευδαίσθηση του “θεϊκού” προνομίου δεν περιορίζεται μόνο στους γιατρούς. Απλώνεται σαν επιδημία και στο νοσηλευτικό προσωπικό. Συμπλεγματικά τσιράκια του υπέρτατου άρχοντα που τρέχουν με δουλοπρέπεια να ανταποκριθούν σε κάθε του απαίτηση. Μήπως και αξιωθούν κι αυτοί λίγη από τη “θεικότητα” του. Κι όταν το βράδυ στο θάλαμο τα φώτα σβήσουν. Όταν οι συγγενείς φύγουν, μπαίνουν στους θαλάμους των ασθενών και κάνουν πρόβες την συμπεριφορά τους. Γιατροί στη θέση του γιατρού και στην ουσία, θεοί στη θέση του θεού. Δεν ενημερώνουν ούτε τον ασθενή ούτε τους συγγενείς για τίποτα, αγνοούν για την ανησυχία τους και ειρωνεύονται την έννοια τους. Μιλούν με ακαταλαβίστικες ορολογίες και αλχημιστικά ονόματα μεγαλώνοντας έτσι το μυστήριο πέπλο που τους καλύπτει.
Η ανάγκη με έκανε ανεκτικό και υπομονετικό. Προσπαθώ να περνώ απαρατήρητος. Να υπάρχω και να ενεργώ διακριτικά. Κάθομαι λοιπόν , σχεδόν ανύπαρκτος, στην άκρη του δωματίου και τους κοιτάζω. Τους παρακολουθώ διερευνητικά στα μάτια. Παρατηρώ τις μικρές ανεπαίσθητες κινήσεις τους. Και νοιώθω την αμηχανία τους. Την αμηχανία εκείνου που σε κλέβει πουλώντας σου πιο ακριβά αυτό που έχεις ανάγκη. Και την ίδια στιγμή συνειδητοποιεί ότι το κατάλαβες. Δεν γίνεται και τίποτα. Απλά συνεχίζουν τη δουλειά τους , γυρίζουν και φεύγουν. Γι μένα όμως, που η αξιοπρέπεια είναι πιο σημαντική από τη ζωή μου, με ικανοποιεί να ξέρουν ότι ξέρω παρά να νομίζουν ότι νομίζω.
Γιατροί και νοσοκόμοι.
Είρωνες, υπερόπτες, αλαζόνες και αγενείς.
Τους έχουμε όμως ανάγκη. Όλοι μας.
Για να μας σώζουν τη ζωή . Και το τίμημα είναι, να τους ανεχόμαστε να νομίζουν ότι μας δίνουν τη ζωή.
Πόσο πιο ανθρώπινοι θα ήταν αν καταλάβαιναν τη διαφορά.
Πόσο πιο αγαπητοί θα ήταν αν ένοιωθαν ίσοι με τους υπόλοιπους.
Πόσο άδικος νοιώθω που μιλώ έτσι απόλυτα, τη στιγμή που γνωρίζω από πρώτο χέρι ότι υπάρχουν κι εδώ εξαιρέσεις του κανόνα.
Γιατί γνωρίζω γιατρούς και νοσηλευτές που τους αγαπώ και τους εκτιμώ ως άτομα. Τους σέβομαι ως επιστήμονες και τους εμπιστεύομαι.
Όμως κάποιες φορές, τυχαίνει να γράφω και με θυμό. Ξέροντας ότι είναι μια πολύ κακή συνήθεια.